Στην παρουσίαση των εναλλακτικών σεναρίων, παρατηρείται η παραδοχή της σχεδόν «μονοκαλλιέργειας» του τουρισμού ως κύριου τομέα οικονομικής δραστηριότητας της περιοχής. Αυτό εγείρει ανησυχίες σχετικά με την ανθεκτικότητα και τη βιωσιμότητα της τοπικής οικονομίας, καθώς η υπερβολική εξάρτηση από τον τουρισμό μπορεί να καταστήσει την περιοχή ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες, όπως οικονομικές κρίσεις ή αλλαγές στις προτιμήσεις των τουριστών.
Στα προτεινόμενα εναλλακτικά σενάρια, διαπιστώνουμε ότι η παραλιακή ζώνη χαρακτηρίζεται ως ΠΕΧ2 (Παράκτια Ζώνη Τουρισμού και Αναψυχής), παρόλο που πρόκειται για πεδινή περιοχή και γη με ιδιαίτερα σημαντική παραγωγικότητα. Αυτή η περιοχή θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για γεωργική εκμετάλλευση ή άλλες παραγωγικές δραστηριότητες που θα ενίσχυαν την οικονομική ποικιλομορφία.
Ιδιαίτερα στην ανατολική πλευρά, ανατολικά του οικισμού Μαλίων, η διατήρηση της ζώνης ως ΠΕΧ2 αντί για μετατροπή της σε ΠΕΠ3 (Περιοχή Ειδικής Προστασίας Γεωργικής Γης Α' Προτεραιότητας), κατά προτίμηση πλησιέστερα στα σημερινά όρια του οικισμού, εγκυμονεί κινδύνους περαιτέρω ανεξέλεγκτης ανάπτυξης. Οι συνέπειες αυτής της επιλογής περιλαμβάνουν:
- Την περαιτέρω ενίσχυση της τουριστικής «μονοκαλλιέργειας», περιορίζοντας τις ευκαιρίες για ανάπτυξη άλλων τομέων της οικονομίας, όπως η γεωργία, η βιοτεχνία ή οι υπηρεσίες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική και κοινωνική αστάθεια και να μειώσει την απασχόληση σε μη τουριστικούς κλάδους.
- Την αδυναμία αποτελεσματικής οριοθέτησης, διευθέτησης ή εκτροπής του ρέματος της λεκάνης απορροής των Λιμνιών, το οποίο σήμερα διέρχεται εντός του οικισμού. Τα πλημμυρικά φαινόμενα του 2020 ανέδειξαν τις σοβαρές επιπτώσεις της ανεπαρκούς διαχείρισης του ρέματος, προκαλώντας ζημιές σε υποδομές και περιουσίες. Η συνέχιση αυτής της κατάστασης αυξάνει τον κίνδυνο μελλοντικών πλημμυρών με καταστροφικές συνέπειες για την κοινότητα. Η ανησυχία για μελλοντική αδυναμία ενισχύεται από το γεγονός της αυξημένης πυκνότητας αυθαιρέτων στην εν λόγω περιοχή.
Είναι κρίσιμο το ΤΠΣ να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για οικονομική διαφοροποίηση και βιώσιμη ανάπτυξη. Προτείνεται η αναθεώρηση του χαρακτηρισμού της παραλιακής ζώνης, ώστε να επιτραπεί η ανάπτυξη άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων σε περιορισμένη έκταση και να προστατευθούν οι παραγωγικές πεδινές εκτάσεις. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη στήριξη της τοπικής γεωργίας και την ανάπτυξη ηπιότερων εναλλακτικών μορφών τουρισμού που θα προσδώσουν διαφοροποίηση, ποιοτική αναβάθμιση και περισσότερο εντόπιο έλεγχο στο παρεχόμενο τουριστικό προϊόν (ecotourism, agrotourism, κλπ).
Επιπλέον, η ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων και των ρεμάτων είναι απαραίτητη για την προστασία του οικισμού από μελλοντικές πλημμύρες. Προτείνεται η μέριμνα για οριοθέτηση του ρέματος των Λιμνιών, η πρόβλεψη για δυνατότητα κατασκευής κατάλληλων αντιπλημμυρικών έργων και η δυνατότητα ενίσχυσης της φυσικής βλάστησης κατά μήκος του ρέματος για τη μείωση της ταχύτητας του νερού και της διάβρωσης (ειδικά λόγω της έντονης διαφοράς κλίσεων στο σημείο του οικισμού).
Τέλος, η ενσωμάτωση των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος στο ΤΠΣ θα συμβάλει στη δημιουργία μιας ανθεκτικής και ευημερούσας κοινότητας. Αυτό περιλαμβάνει τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία των φυσικών οικοσυστημάτων και την ενίσχυση της ποιότητας ζωής των κατοίκων.
Είναι σημαντικό οι αποφάσεις για το μέλλον του Δήμου Χερσονήσου να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τις βραχυπρόθεσμες οικονομικές αποδόσεις, αλλά και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην κοινωνία και το περιβάλλον. Μια ισορροπημένη προσέγγιση θα εξασφαλίσει ότι η περιοχή θα παραμείνει βιώσιμη και ευημερούσα για τις επόμενες γενιές.