ΤΠΣ ΔΗΜΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

Δημοτικές Ενότητες: ΔΕ ΑΓ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ,ΔΕ ΑΝΟΙΞΕΩΣ,ΔΕ ΔΙΟΝΥΣΟΥ,ΔΕ ΔΡΟΣΙΑΣ,ΔΕ ΚΡΥΟΝΕΡΙΟΥ,ΔΕ ΡΟΔΟΠΟΛΕΩΣ,ΔΕ ΣΤΑΜΑΤΑΣ

Γραφικό Πόλης Αθηνών
ΤΠΣ ΔΗΜΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗΣ

ΤΡΙΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΓΙΑ ΣΧΕΔΙΟ ΠΟΛΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓ. ΣΤΕΦΑΝΟ. (1ο σχόλιο)
ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ :
Στον Αγ. Στέφανο, παράλληλα με αρκετές γειτονικές ΟΤΑ, έγινε προσπάθεια απόκτησης σχεδίου πόλης, την διετία 1984-86, μέσα από το πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα του Τρίτση.
Αυτή η προσπάθεια ήταν ιδιαίτερα απαιτητική ως προς τον προβλεπόμενο κοινωνικό εξοπλισμό, ενώ έγινε σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ελλειμματικό, τόσο στην αρχειακή υποδομή του κράτους (κτηματολόγιο, δασικοί χάρτες, οριογραμμές αιγιαλών, ρεμάτων κλπ) όσο και στην σχετική νομολογιακή υποδομή. Επίσης, η κοινωνία ήταν ανέτοιμη να δεχτεί το πνεύμα του Ν.1337/83 (γνωστού ως νόμου Τρίτση) και ιδίως τις διατάξεις για εισφορές σε γη και χρήμα (και δη κλιμακωτές ως προς την συνολική ιδιοκτησία και όχι σε κάθε ξεχωριστό γεωτεμάχιο του ιδίου ιδιοκτήτη) στην εντασσόμενη περιοχή.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ: Η προσπάθεια κατέρρευσε, χωρίς να αφήσει τίποτα απολύτως ως παρακαταθήκη, για την όποια επόμενη προσπάθεια.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ:
Το 1992 ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια απόκτησης σχεδίου, με βάση τον Ν.1337/83 σε ρεαλιστικότερες βάσεις.
Βέβαια, υπήρχαν ακόμη πολλές ελλείψεις στις δομές των υπηρεσιών και μεγάλες αντιθέσεις μεταξύ του αρμόδιου υπουργείου (ΥΠΕΧΩΔΕ / ΥΠΕΚΑ / ΥΠΕΝ) και των Δασικών Υπηρεσιών (καίτοι δεν υπήρχαν κυρωμένοι ή έστω αναρτημένοι δασικοί χάρτες). Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, πέραν των προαναφερθεισών αντιθέσεων από τις Δασικές Υπηρεσίες, είχαν υποβληθεί και περισσότερες από 1600 ενστάσεις εκ μέρους των ιδιοκτητών, για διάφορους λόγους, ιδίως προσωπικού ενδιαφέροντος.
Εντούτοις, το ΥΠΕΧΩΔΕ εξέδωσε τα σταθερότυπα υπολογισμού του απαιτούμενου κοινωνικού εξοπλισμού και οι μελετητές προχώρησαν στο ρυμοτομικό σχεδιασμό και στις πράξεις εφαρμογής των 4 πολεοδομικών ενοτήτων. Έτσι, οι προσπάθειες προχώρησαν και απέδωσαν το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ.) του Αγ. Στεφάνου (ΦΕΚ 561/Δ/26-7-1995).
Παράλληλα, προχωρούσε η διαδικασία της εκδίκασης των ενστάσεων επί των προτεινόμενων ρυμοτομικών σχεδίων και της αντίστοιχης πράξης εφαρμογής, ενώ υπήρξαν και προσφυγές κατά του σχεδίου, στο ΣτΕ. Οι απαιτούμενες διαδικασίες από τον Δήμο, τους μελετητές και το Υπουργείο προχώρησαν, έστω και με αργά βήματα, και, τελικά, απέδωσαν σχέδιο πόλης στο μεγαλύτερο τμήμα της πολεοδομικής ενότητας 1 (περιοχή που περικλείεται από τις γραμμές του τρένου, την Λεωφ. Χελμού, την Εθν. Οδό και το συν. Ποντίων) το οποίο εγκρίθηκε με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού (ΦΕΚ 823/Δ/1-8-2003).
Στις 8/27-3-2006 συνεδρίασε το Ε΄ τμήμα του ΣτΕ και εξέδωσε την υπ’ αρ. 3431/2006 απόφασή του, βάσει της οποίας ακυρώνεται η έγκριση του σχεδίου πόλης, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο όργανο (Υπουργό), καθώς ‘’η έγκριση της επίμαχης πολεοδομικής μελέτης μπορούσε, κατά τα ανωτέρω, να γίνει μόνο με προεδρικό διάταγμα’’.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ : Κατέρρευσε και αυτή η προσπάθεια, άφησε, όμως, παρακαταθήκη, για τις μελλοντικές προσπάθειες σχεδιοποίησης του Αγ. Στεφάνου, το εγκεκριμένο Γ.Π.Σ.

ΤΡΙΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ :
Το άλυτο πολεοδομικό πρόβλημα του Αγ. Στεφάνου, ίδιο με το πρόβλημα της Άνοιξης, είναι, επίσης, ίδιο και με το πολεοδομικό πρόβλημα μερικών χιλιάδων οικισμών σε όλη την χώρα. Έτσι, η κεντρική διοίκηση του κράτους, για να λύσει το τεράστιο αυτό πρόβλημα, δρομολόγησε νέους νόμους στηριζόμενους εν πολλοίς στην νομολογία που έχει προκύψει κυρίως από τις διάφορες αποφάσεις του ΣτΕ διαχρονικά και ανάθεσε μαζικά την εκπόνηση Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ και ΕΠΣ) που αφορούν στο μεγαλύτερο αριθμό Δήμων της χώρας. Μεταξύ αυτών είναι και ο Δήμος Διονύσου και ειδικότερα οι 7 Δημοτικές Ενότητες (Δ.Ε).
Η πολεοδόμηση των περιοχών γίνεται βάσει:

Α) της νομολογίας του ΣτΕ (Πολεοδόμηση με Προεδρικό Διάταγμα και όχι με Υπουργική Απόφαση).
Β) της σχετικά πρόσφατης νομοθεσίας (Ν. 4759/20 άρθρο 12 παρ.5, όπως ισχύει σήμερα:
«Οικισμοί προϋφιστάμενοι του 1923, που έχουν συμπεριληφθεί σε όρια
Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (Γ.Π.Σ.), εγκεκριμένων με τον ν. 1337/1983, δεν απαιτείται να οριοθετηθούν με το παρόν. Κατά την δε πολεοδόμησή τους ως περιοχή εντός ορίων οικισμού, λαμβάνεται το όριο της περιοχής που έχει απεικονιστεί στο εγκεκριμένο Γενικό Πολεοδομικό σχέδιο, ως οικισμός προϋφιστάμενος του 1923…» )
Γ) του εγκεκριμένου ΓΠΣ με τον Ν. 1337/83 που είχε δημοσιευθεί στο ΦΕΚ 561Δ/95.

Λίγο-πολύ έχει γίνει κοινή συνείδηση ότι χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο πόλης ο Αγ.Στέφανος δεν μπορεί να εξασφαλίσει μία τουλάχιστον επαρκή κάλυψη των σύγχρονων αναγκών του πληθυσμού του. Η στασιμότητα της πόλης σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα είναι εμφανής. Το πολεοδομικό καθεστώς του οικισμού του προϋφιστάμενου του 1923 έδωσε στον τόπο ό,τι μπορούσε, σε εποχές με σημαντικά λιγότερο πληθυσμό, με χαμηλούς οικονομικούς πόρους του Κράτους και με μικρές απαιτήσεις για κοινωνικό εξοπλισμό από την κοινωνία (δρόμους, σχολεία, πλατείες, γυμναστήρια, χώρους πρασίνου κλπ).
Όλοι οι προαναφερθέντες παράγοντες έχουν αλλάξει άρδην πλέον, 100 χρόνια μετά, με τη συνεχή πληθυσμιακή, χωρική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Σε αυτές τις αλλαγές, θα πρέπει να προστεθεί και ένας ακόμη κορυφαίος και στην κυριολεξία ζωτικός παράγοντας: η κλιματική αλλαγή. Τα τελευταία χρόνια έχουμε τεράστιες φωτιές και πλημμύρες, αρκετές και με ανθρώπινα θύματα, με θύματα οικόσιτα ζώα, με κόστος ζωικού κεφαλαίου, ακίνητων και κινητών περιουσιών. Μαζί με τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το πάγιο πρόβλημα της σεισμικότητας της Χώρας και κατ΄αναλογία του Αγ.Στεφάνου.

Όλα τα παραπάνω έχουν καταδείξει ότι σε κάθε πόλη πρέπει να υπάρχει ορθολογικός σχεδιασμός που να καλύπτει όχι μόνο τις καθημερινές λειτουργικές ανάγκες της πόλης που είναι αυτονόητες και αδιαπραγμάτευτες, αλλά και τις ακραίες καταστάσεις που προκύπτουν από τις καιρικές συνθήκες και τα φυσικά φαινόμενα, όπως:
α) δίκτυο δρόμων χωρίς αδιέξοδα - σήμερα ο Αγ. Στέφανος έχει δεκάδες αδιέξοδους δρόμους
β) δίκτυο πεζοδρόμων αλλά και πεζοδρομίων-στον Αγ. Στέφανο είναι ανύπαρκτα τόσο τα πεζοδρόμια όσο και οι πεζόδρομοι
γ) δίκτυα υποδομής - ο Αγ. Στέφανος στο μεγαλύτερο μέρος του στερείται δικτύου αποχέτευσης αστικών λυμάτων, έχει ελλιπές δίκτυο ομβρίων και ελλιπέστατο (και χωρίς καμιά μελέτη) πυροσβεστικό δίκτυο και με μικρό πλήθος πυροσβεστικών κρουνών,
δ) ικανό αριθμό νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων και σε κατάλληλη διασπορά - ο Αγ. Στέφανος στις περιοχές Αγ. Παρασκευή-Καπιτένια δεν έχει σχολικές και προσχολικές μονάδες, το ίδιο ισχύει και στο Λόφο Νυμφών,
ε) πλατείες, παιδικές χαρές, γήπεδα, κλειστά γυμναστήρια, χώροι στάθμευσης, νέο νεκροταφείο κλπ, είναι στοιχεία που λείπουν από την πόλη του Αγ. Στεφάνου
στ) χώροι καταφυγής για την ασφαλή συγκέντρωση του πληθυσμού όταν προκύπτουν εξαιρετικές καταστάσεις λόγω καιρικών συνθηκών και φυσικών φαινομένων κατάλληλα σχεδιασμένοι και με ορθή χωροταξική διασπορά (π.χ. ανοικτά ή κλειστά γήπεδα, μεγάλες σχολικές αυλές, πνευματικά κέντρα κλπ).
Όλα τα παραπάνω και ένα πλήθος άλλων που λόγω συντομίας δεν αναφέρονται στο παρόν, είναι στοιχεία του απαραίτητου κοινωνικού εξοπλισμού που λείπουν από τον Αγ. Στέφανο και προσδοκούμε να αποκτηθούν μέσω του σχεδίου πόλης.

Το ερώτημα πλέον είναι ποια θα είναι η πορεία αυτής της προσπάθειας;
Θα έχει αίσιο τέλος ή θα έχει την κατάληξη των προηγουμένων προσπαθειών;
Θα είναι ισοσταθμισμένο και επωφελές το αίσιο τέλος τόσο για την κοινωνία ως σύνολο, όσο και για τον κάθε ιδιοκτήτη που θα συμβάλλει με εισφορά σε γη και χρήμα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος;
Ένα είναι το σίγουρο ότι η πορεία προς την πολεοδόμηση του Αγ. Στεφάνου είναι μονόδρομος, ένας μονόδρομος που περνάει μεταξύ Σκύλας και Χάρυβδης. Η Χάρυβδη είναι το τέλμα της απραξίας ή της αποτυχημένης εξέλιξης που θα μας αφήσει για μια ακόμη φορά στο σημερινό ανύπαρκτο επί της ουσίας πολεοδομικό καθεστώς. Η Σκύλα είναι η λογική «όλα είναι δάσος» που προβάλλεται από διάφορες κατευθύνσεις και Υπηρεσίες και που βάσει αυτής το Δασαρχείο πρέπει να «εισβάλλει» μέσα σε ένα οικισμό που υπάρχει νόμιμα πάνω από 100 χρόνια και να επιλέγει, κατά το δοκούν, ποια οικόπεδα και ποια σπίτια θεωρούνται δάσος, με κριτήρια σαν να επρόκειτο για μια αδόμητη έκταση.
Πορευόμαστε λοιπόν με την ελπίδα ότι η υφιστάμενη νομοθεσία, οι σωστές ενέργειες από τους εντεταλμένους παράγοντες αλλά και η ορθή και ρεαλιστική θέση του ΣτΕ θα μας οδηγήσουν στην Ιθάκη.

Υ.Γ. Επειδή το θέμα είναι τεράστιο, θα επανέλθουμε -όπως φαίνεται και από τον τίτλο με την αναφορά: 1ο σχόλιο- σχολιάζοντας την πορεία του όλου εγχειρήματος.

ΜΥΣΤΗΛΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ