Δυστυχώς δεν προλαβαίνω να το διαβάσω αναλυτικά όλο και να το σχολιάσω όπως θα ήθελα (θα ήταν μια δουλειά μιας πλήρους εβδομάδας για εμένα). Το κοίταξα όμως αρκετά καλά και μπορώ να διατυπώσω μερικές γενικές σκέψεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την προβληματική για τον τοπικό χώρο και τον σχεδιασμό του.
Οπωσδήποτε είναι ένα κείμενο που περιλαμβάνει αυτά που απαιτεί η ανάθεση από το Υπουργείο. Για δουλειά πρόκειται. Όμως μέσα σ’αυτό το πλαίσιο, μπούμε να πούμε πράγματα πιο προχωρημένα, και αυτή η ευκαιρία χάνεται μέσα σε μια συμβατική αντιμετώπιση του θέματος. Αυτό θα φανεί καλύτερα στη δεύτερη φάση που θα περιλαμβάνει πιο συγκεκριμένες προτάσεις, αλλά ήδη φαίνεται και στα συζητούμενα σενάρια.
Το ήπιο και το παρεμβατικό σενάριο σε πολλά σημεία μπορούν να αναμιχθούν. Εξ’ άλλου είναι τελείως θολή η μεθοδολογία πώς κατασκευάζονται αυτά τα σενάρια και με ποια κριτήρια ταξινομούνται αλλά και τι περιλαμβάνουν και τι αφήνουν απέξω. Κάποιες προτάσεις του παρεμβατικού δεν είναι τόσο «τολμηρές» και θα μπορούσαν να προταθούν ως ρεαλιστικές (στο ήπιο).
Το ζήτημα όμως είναι πώς αντιλαμβάνεται κανείς την ανάπτυξη. Υπάρχουν δύο οπτικές ιστορικά στην Ελλάδα. Αυτή των Οικονομικών Υπουργείων, και αυτή του ΥΠΕΧΩΔΕ και των διαδόχων του. Η πρώτη θεωρεί πως πρώτα αποφασίζουμε για την αναπτυξιακή πορεία (προγραμματισμός, κλπ.) μιας περιοχής, και ΜΕΤΑ το εκφράζουμε χωρικά (χωροταξικά, πολεοδομικά σχέδια κλπ.). Η δεύτερη θεωρεί πως αυτά συναποφασίζονται (για πολλούς λόγους που δεν είναι της παρούσης). Δηλαδή πως στα πολεοδομικά, χωροταξικά, κλπ. υπάρχει και ο αναπτυξιακός προγραμματισμούς. Προφανώς εδώ έχουμε να κάνουμε με τη δεύτερη περίπτωση. Άρα υπάρχει λόγος να συζητείται ΚΑΙ ο αναπτυξιακός προγραμματισμός του χώρου του Ν.Πηλίου. Διότι δεν συζητείται αλλού παρά μόνο σε διάφορες έρευνες του τύπου των ΑΕΙ (παλιά υπήρχαν τα τοπικά αναπτυξιακά αλλά έχω καιρό να τα ακούσω).
Σε κάθε περίπτωση θεωρώ πως ένας τοπικός χώρος (π.χ. του Ν.Πηλίου) χρειάζεται τον καθορισμό μιας φυσιογνωμίας έστω πολλαπλής στην οποία να «υποτάσσεται» ο χωρικός σχεδιασμός. Εδώ έχουμε ένα κατάλογο από αυτονόητα πράγματα (περιβάλλον, συνοχή, κλπ., κλπ.) αλλά λείπει η αιχμή και το σχέδιο.
Επίσης πρέπει κανείς να συνειδητοποιεί πως ο σχεδιασμός του χώρου είναι προεξαρχόντως διαδικασία και όχι κάποιο τελικό σχέδιο το οποίο λόγω συνεχούς μεταβολής των συνθηκών και πλαισίου μπορεί (και πρέπει) να αλλάζει (τα πάντα ρει). Και όταν μιλάμε για διαδικασία (πρέπει να) μιλάμε για επικοινωνιακό-συμμετοχικό σχεδιασμό που είναι στοιχείο της δημοκρατίας.
Στην Ελλάδα έχουμε βασικά top-down σχεδιασμό με ισχυρά καρυκεύματα έκφρασης τοπικών οικονομικών συμφερόντων. Η υποτιθέμενη συμμετοχή εξικνείται στο στάδιο της διαβούλευσης (από τα 7 στάδια που ορίζεται η συμμετοχικότητα), και αυτή κουτσουρεμένη λόγω στενών προθεσμιών και επιστημονικής αδυναμίας των οιονεί συμμετεχόντων που χρειάζονται ειδικούς συμβούλους (και δεν έχουν υλικούς και χρονικούς πόρους για αυτό).
Παντελής Σκάγιαννης (20-07-2025)